ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ
Μόλις έφτασε ο Καραισκάκης απο το Δίστομο στην Ελευσίνα, μηνάει στον
Βάσσο και στον
Παναγιώτη Νοταρά που βρίσκονταν στα Μέγαρα με τα νικημένα στο Καματερό ασκέρια, νάρθουν και να σμίξουν μαζί του. Όταν το τέλειωσε αυτό, μπαίνει σε καίκι και τραβάει να δει το πόστο της Καστέλλας. Φτάνει και τον υποδέχονται όλοι με χαρές!
Ο Καραισκάκης κατάλαβε πως μονάχα αν διώχνανε τους Τούρκους απο τον Πειραιά, μπορούσε να γίνει κάτι το σημαντικό.Φεύγοντας απο την Καστέλλα, βγαίνει στο Κερατσίνι και παρατηρεί καλά κάτω απο την μύτη των Τούρκων. Έπειτα περνά στην Σαλαμίνα. Πρόσταξε όλα τα καίκια να φύγουν απο την Σαλαμίνα και να μαζευτούν στην Ελευσίνα και κανένα δίχως την άδειά του να μην έχει το λεύτερο να βολτετζάρει στο Σαρωνικό. Τα κανόνισε όλα τούτα και επιστρέφει στο στρατόπεδο της Ελευσίνας. Το στρατόπεδο του Καραισκάκη διέφερε απο άλλα ελληνικά, είχε μεγαλοπρεπείς σκηνές(απ'αυτές που παράτησε φεύγοντας ο Ομέρ πασάς). Κάθε αυγή τραβούσαν στην σκηνή του οι καπεταναίοι για να πάρουν οδηγίες του.Έξω απο την σκηνή του φύλαγε με το καριοφιλάκι στον ώμο η Μαριώ, που τους κέρναγε ένα φλυτζανάκι καφέ.
Ένα πρωί σηκώνεται και βλέπει να τριγυρνά, δίχως άρματα και να χαζεύει, τον Λομβέρδο
.-Έλα εδώ! του φωνάζει.-Τι είσαι εσύ; τον ρωτά
.-Άνθρωπος, του απαντά.
-Και τι θες εδώ;
-Ήρθα να σεργιανίσω. Μα ο Λομβέρδος δε λογάριασε καλά-κάτι τέτοια δεν τα σήκωνε ο Καραισκάκης.
-Και τι το πήρες ωρέ, τ'ορδί, για καφενέ να σεργιανάς; Άιντε τράβα να μη βάλω τα παλληκάρια να σε διώξουν με τα λιθάρια. Κάτι πάει να μουρμουρίσει ο Λομβέρδος μ'ανάβει πιότερο ο Καραισκάκης.
- Πετάξτε τον με μιας όξω απο το ορδί! φωνάζει. Εγώ στ'ασκέρι μου αργούς ανθρώπους να γκεζερούν δεν τους θέλω. Αυτοί χαλάνε τα παλληκάρια και τα ορδιά. Είναι κιοτήδες! Έρχουνται όχι για να γκαρδιώσουν τ'ασκέρι μα να σπείρουν φόβο! Κανένας σας να μην τους σιμώνει, γιατί έχουνε ψώρα!...είπε κι'άλλα, μαζί και αστεία. Όσο οξύθυμος ήταν τόσο γρήγορα έλειωνε ο θυμός του και τότες περιγελούσε την αιτία που τον έκαμε να εξαφτεί.
Μέτρησε ακριβώς την δύναμή του. 3.500 είχε το ασκέρι του.
ΤΙ ΚΟΙΜΟΣΑΣΤΕ ΚΕΡΑΤΑΔΕΣ;
Ένα θαμποχάραμα καβαλάει το άλογό του και παίρνει μαζί του έναν πολεμιστή του Μεσολογγιού τον κυρ-Μπαμπά και τράβηξαν κατά τον κάμπο. Πέρασαν πίσω απο τούρκικα πόστα και παρατηρούσε προσεχτικά όλα τα μέρη να τα ξέρει αν η περίσταση το καλούσε. Κάποια στιγμή σιμώνουν ένα τούρκικο ταμπούρι και βλέπουν μέσα σ'αυτό τυς Τούρκους να κοιμούνται.Τραβάει τότες ο Καραισκάκης την πιστόλα του ρίχνει μία στον αέρα και φωνάζει: -Tι κοιμόσαστε, κερατάδες; Μα ώσπου να ξυπνήσουν οι Τούρκοι και να καταλάβουν τι έτρεξε δεν πρόλαβαν να δουν, μοναχά δυο καβαλάρηδες να χάνονται στο βάθος.....
-Ετοιμαστείτε ωρέ Ελληνες και έρχουνται οι Τούρκοι. Ήταν ο Κιουταχής που έφτανε μέ τρακόσιους καβαλαραίους και ίσαμε οκτακόσιους πεζούς, Αρβανίτες και Χαλδούπηδες, να δει ποιοι ήσαν και πόσοι ήταν αυτοί που πιάσανε την νύχτα εκείνο το πόστο.
-Απάνω τους παιδιά,φωνάζει και τους φάγαμε τους μουρντάρηδες! Χυμάνε σαν σίφουνας με γυμνωμένα σπαθιά και τις πάλες. Δειλιάζουν οι ντελήδες. Τους παίρνουν στο κατόπι οι δικοί μας και τους ξεμπροστιάζουν.....απόμειναν νικητές οι Ελληνες. Ο Καραισκάκης ευχαριστήθηκε γιατί τούτος ο πρώτος πόλεμος γκάρδιωσε τ'ασκέρι του, ήξερε πως αυτά ο Κιουταχής τα λογάριαζε για παιχνίδια και πως την άλλη μέρα θάκανε το πραγματικό του κίνημα...
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ
Έπειτα απο τούτη την μάχη Τούρκοι και Έλληνες ταμπουρώθηκαν .Ανάμεσα στα δυο δικά μας στρατόπεδα, τόνα στο Κερατσίνι του Καραισκάκη και τ'άλλο της Καστέλλας βρίσκονταν οι Τούρκοι στον Πειραιά. Οι Έλληνες κοίταζαν πώς να σμίξουν κι οι Τούρκοι πώς να τους εμποδίσουν. Ήταν τόσο κοντά που άνοιγαν κουβέντες και πειράζονταν, βρίζονταν και πιάνανε κάποτε και πετροπόλεμο. Σ'ένα τέτοιo τράκο,κινδύνεψε ο Καραισκάκης και σκοτώθηκε ο ήρωας του Μεσολογγίου
Παναγιώτης Σωτηρόπουλος. Οι κλεισμένοι στην Ακρόπολη και ξέχωρα ο Φαβιέρος που δεν έβλεπε την ώρα πότε θάβγαινε απο το μπλοκαρισμένο κάστρο, στέλνουν μήνυμα πως τάχα δεν έχουν τροφές και οι απόξω να κάνουν ότι έπρεπε για να τους λευτερώσουν. Ο Καραισκάκης όμως αυτά τάκουγε βερεσέ, γνώριζε πως δεν ήταν αλήθεια, και ήθελε να κρατήσει τον Κιουταχή σ'αυτήν την δύσκολη θέση. Οι κακοί όμως δαίμονες της πατρίδας μας οι ξένοι και οι ντόπιοι πράκτορές τους, σκάβανε κιόλας το λάκκο όπου μέσα σ'αυτόν θάπεφτε ο ήρωάς μας! Ναι τότε ολόκληρη Ελλάδα, που ο λαός της πολέμαγε 6 ολόκληρα χρόνια ενάντια σε μια αυτοκρατορία, που την βοηθούσαν μ΄όλους τους τρόπους τόσες ξένες δυνάμεις, είχε καρφωμένα τα μάτια της πάνω στον γύφτο, τον μούλο, περιμένοντας απ'αυτόν την σωτηρία της. Κι η σωτηρία θα'ρχόταν κι η Ελλάδα θα νικούσε και θ'αποχτούσε τη λευτεριά της με τα ίδια της τα όπλα αν.....
ΚΟΧΡΑΝ
Ποιός ήταν αυτός ο Thomas Cochrane earl of Dundonald, που θάσωζε την Ελλάδα με τα στρατηγήματά του και πυροτεχνήματα τα θαλασσινά που χρίστηκε αρχιναύαρχος απο την Συνέλευση της Τροιζήνας στις 2 του Απρίλη; Ένας ευγενής λόρδος που λάτρεψε το χρήμα, που για να το αποκτήσει ήταν έτοιμος να πουληθεί και στον διάολο. Στους ναπολεόντιους πολέμους , κυβερνήτης σε κουρσάρικο καράβι του εγγλέζικου στόλου, που αφού τσέπωσε παραδάκι τόριξε στην πολιτική. Οργάνωσε με τυχοδιώκτες χρηματιστηριακά κόλπα, που τανακάλυψαν, του ξήλωσαν τα γαλόνια, τον έριξαν φυλακή. Μετά βρέθηκε διεθνής μισθοφόρος, τα θαλάσσωσε και ξαναγύρισε για κακή μας τύχη στην Αγγλία το 1825 την εποχή που πήραμε το δεύτερο δάνειο. Ο ιδεολόγος λόρδος μυρίστηκε πως τούτη η δουλειά είχε ψωμί και γίνηκε με μιας φλογερός φιλέλλην.Τα ταιριάζει λοιπόν με τον μεσίτη του δανείου και κλείνει συμφωνία να υπηρετήσει την επαναστατημένη Ελλάδα αντί 57.000 λίρες, βάζει κι'άλλες 123.000 λίρες στο χέρι για αγορά ατμοκίνητων καραβιών και θάφευγε για την Ελλάδα. Οι μήνες όμως πέρναγαν το Μεσολόγγι έσβηνε απο την πείνα, κι'αυτός καλοπερνούσε στην Λόντρα και μετά έκανε κρουαζιέρα στην Μεσόγειο με ένα της εποχής γιοτ! Ήρθε με κάτι σκούνες που έγερναν, τελικώς, κατόπιν εορτής κι'αυτό γιατί τα ξυπόλητα παλληκάρια του Καραισκάκη είχαν σηκώσει πάλι τ'άρματα στην Ρούμελη κι'αυτό δεν σύμφερνε με κανένα τρόπο την Αγγλία, η Επανάσταση έπρεπε να περιοριστεί στον Μοριά. Κι αυτόν τον τυχοδιώκτη μισέλληνα τον παρουσίασαν σωτήρα στον δύσμοιρο λαό! Τίμησε αυτό τ'ανάξιο και ξενόδουλο κράτος τον ευγενέστατο λόρδο που μας ονόμαζε τους "μεγαλύτερους δειλούς απ'όσους συνάντησε ποτέ!"και την ημέρα του θανάτου του Καραισκάκη (τι τραγική σύμπτωση) μέσω της Γενικής Εφημερίδας της Ελλάδος έβαλαν τον σοφό δάσκαλο Φιλ.Μάγνη-ανάθεμα την κούτρα του-να υμνολογήσει μ'ενα ποίημα του τον λόρδο που εκείνος πια θάσωζε την Ελλάδα!!!
ΤΣΟΡΤΣ
Στους Εγγλέζους, δεν έφτανε που πήραν με τον Κόχραν στα χέρια τους τον στόλο μας. Για να δέσουν καλά τον γάιδαρό τους στην Ελλάδα, τους χρειάζονταν και η ξηρά, όμως φοβούνταν τον Κολοκοτρώνη και τον Καραισκάκη με τον καθάριο πατριωτισμό τους. Ξέρανε πως μόνο τούτοι οι δυο δεν θα δέχονταν ποτέ να γίνουν όργανά τους. Τοποθέτησαν λοιπόν και τον Τσόρτς αρχιστράτηγο, στέλνοντας στον Καραισκάκη μια έτοιμη αναφορά να κάνει στην Σεβαστή Εθνική Συνέλευση να διορίσει τον Τσόρτς αρχιστράτηγο και να δίνει απο πριν την υπόσχεση πως θα τον υπακούνε όλοι τυφλά. Ο αγνός ήρωάς μας,παρ'όλο που κοίταζε με φιλύποπτο μάτι τους ξένους, υπογράφει την αναφορά στις 2 του Μάρτη στο Κερατσίνι, για να μην φανεί πως χόλιασε γιατί του παίρνανε την αρχιστρατηγία. Και έτσι στις 3 του Απρίλη ορκίζεται ο Τσόρτς στην Συνέλευση της Τροιζήνας γενικός αρχηγός "πασών των κατά ξηράν δυνάμεων"
Η ΠΡΩΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ
...ο Καραισκάκης ξεκαθάρισε στον Κόχραν πως δεν αλλάζει σχέδιο!
-Εμείς είμαστε έτοιμοι, του λέει, να βάλουμε σε πράξη το σκέδιο που σας έδωσε ο Περραιβός στον Πόρο και το δεχτήκατε και τάξατε να τ'ακολουθήσετε κι'όπου είναι το μόνο σωτήριο. Μ'αυτό ο Κιουτάγιας βρίσκεται χαμένος. Κλείστε του σεις τον κόρφο του Έβριπου και τ'άλλα αφήστε τα σε μας.
-Όπου εγώ άρχω, πάσα άλλη αρχή παύει! του αποκρίνεται ξερά και μεγαλόπρεπα ο Κόχραν.
-Τούτο έχω να πω, του λέει ο Καραισκάκης, είτε ν'αποφασίσετε να βάλουμε σε πράξη το σκέδιο το δικό μας, όπου σίγουρα μ'αυτό θα νικήσουμε, είτε αφήστε μας μόνους ν'αντιβγούμε στον οχτρό όπως εμείς ξέρουμε. Πετάγεται με μια θεατρική χειρονομία ο Κόχραν και του φωνάζει στα ελληνικά
-Εκ των κεράτων τον ταύρον!
-Ποιος του την έμαθε τούτη την φράση; o Mάσον ή ο Μαυροκορδάτος! ένα απ'αυτά τα δυο τσιράκια του όπωσδήποτε. Πείτε του πως δεν τα ξέρει καλά τα πράγματα. Τον μπγα(ταύρο) για να τον κάνουν ζάφτι δεν τον πιάνουν απο τα κέρατα, γιατί τρυπάει και σε πετάει κει πάνω...Τον πιάνουν απο τ'αρχίδιατ' με το συμπάθιο, και τότες παραλά και πέφτει κάτου!
-Χρωστάς ν'ακολουθάς ότι σου λέμε! φωνάζει ο Κόχραν
Κι ο αγράμματος γύφτος δίνει στον λόρδο τούτη δω την έξοχη απάντηση:
-
Εγώ σέβουμαι κι ακούω, μα το συμφέρο της Ελλάδας δεν το προδίδω!!!
Μια μέρα έρχεται ένας Φράγκος γιατρός να τον κοιτάξει γιατί πάλι αδυναμία ένιωθε ο καπετάνιος.
-Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ, πέσανε πολύ του λέει εξετάζοντάς τον.
Τινάζει τότες τα σκεπάσματα ο Καραισκάκης και ο γιατρός μένει ξερός, βλέποντάς τον αλλαφιασμένο.
-Ο πούτζος μου έπεσε ωρέ! κι'όχι οι δυνάμεις μου! και βγαίνει έξω στο στρατόπεδο να ελέγξει...βλέπει έναν Ευρωπαίο αξιωματικό να κάνει χαρακώματα, εκείνος όμως ήξερε τα κλειστά ταμπούρια που ακόμα κι'αν οι κιοτήδες θέλανε να το σκάσουν δεν μπορούσαν.
-Τι είναι αυτά που φτιάνεις; τονε ρωτά
-Χαράκωμα
-Μπα! και γιατί το κάνες έτσι;
- Αυτό εδώ το μέρος του ξηγάει με μεγάλη σοβαρότητα είναι το πρανές, τούτο είναι το προπέτασμα εκεί είναι η βάσις, έτσι μας διδάσκουν εμάς τα βιβλία μας στρατηγέ!
-Ολα καλά μα πού είναι οι κώλοι; τον ρωτά χτυπώντας τα πισινά του;
Ο Ευρωπαίος τάχασε.-Ναι ωρέ παιδί μου του ξαναλέει πού ναι οι κώλοι που θα καθήσουν στο ταμπούρι σου και θα βαστάξουν, ειδέ όσα σχέδια θέλεις κάνω κι'εγώ!
Η ΝΙΚΗ
Την αυγή 13 Απρίλη κινάει ο Κόχραν με την φρεγάδα" Έλλάς" και τ'άλλα καράβια να μπει στο λιμάνι. Ο Καραισκάκης σύναξε στο Κερατσίνι τ'ασκέρι που περίσσευε απο τα ταμπούρια και παραγγέλνει στους δικούς μας στην Καστέλλα νάναι έτοιμοι να χτυπήσουν!.... ο Καραισκάκης και ο
Γενναίος Κολοκοτρώνης χυμάνε και παίρνουν το Παλιόκαστρο, χυμάει και ο
Βάσσος και τα στρατόπεδα σμίξανε. Οι μόνοι που δεν πρόλαβαν να φύγουν ήταν οι Τούρκοι του Αη Σπυρίδωνα που βρέθηκαν απο παντού μπλογκαρισμένοι. Νά κι έρχονται και οι Σουλιώτες με 450 νοματαίους απο τα Μέγαρα. Όλοι τους με μιας ξεχάσανε την πείνα τους, την γύμνια τους και τρέχουν χαρούμενοι να ανταμωθούν και να διαλύσουν τον οχτρό! Εκείνη την ημέρα ο Καραισκάκης γνώρισε την τελευταία μεγάλη ώρα της ζωής του! Το βράδυ ξομολογήθηκε ανοίγοντας την καρδιά του στον
Νοταρά και στον
Κλίμακα. Για μια στιγμή ωσάν νάβγαζε όλο το κακό προαίσθημα πούχε εκείνη την βραδυά είπε:
-Ήθελα να πέθαινα κι ο ήσκιος μου να σταθεί σ'εκείνο το ψηλό μέρος για να ιδώ αυτούς όλους που θα πέσουν στην θάλασσα άμα λείψω...
Η ΜΟΙΡΑΙΑ ΩΡΑ
Μόλις μισόκλεισε ο Καραισκάκης τα μάτια του, ακούστηκαν να πέφτουνε ντουφέκια. Απόρησε γιατί είχε προστάξει απο το πρωί να μη δώσουνε την παραμικρή αφορμή οι δικοί μας στους οχτρούς, μια και το ίδιο βράδυ θα γινόταν το γενικό κίνημα!
-Τι τρέχει ωρέ! χτυπιούνται στο Βοιδολίβαδο, φέρε τ'άλογο! προστάζει και φεύγει στυλώνοντας το κορμί του, αφήνει τελευταία παραγγελία φωνάξτε την καβαλαρία του Χατζημιχάλη να μ'ακολουθήσει.
Καλπάζει και φεύγει προς τη δόξα και τον θάνατο!
Τι είχε συμβεί, ο Κόχραν μέθυσε τους νησιώτες και κάποιους μισθοφόρους Κρητικούς πούχε μαζί του στα ταμπούρια του και τους άφησε να πάνε σε ένα κοντινό τούρκικο ταμπούρι να τους προκαλέσουν. Έτσι κι'εγινε το γλέντι άναψε με μπαταριές, βλέπει απο το πόστο του που ήταν λίγο παρακάτω, ο Νικηταράς τον κίνδυνο, ανεμίζει το μπαιράκι του και κατεβαίνει με τον νταιφά του και κορώνει ο πόλεμος.
Μπροστά σ'αυτόν τον χαλασμό ο Καραισκάκης στην μέση της καβαλλαρίας προσπαθεί να σώσει τους αφύλακτους μεθυσμένους και ενώ είχε καταφέρει να ηρεμήσει τα πράγματα ξαφνικά να και τρώει ένα βόλι στο βουβώνα απο τα πλάγια κι ομπρός απο τ'αριστερά προς τα δεξιά κι'απο πάνω προς τα κάτω. Πέφτει απ' το άλογο και τρέχουν να τον συντρέξουν.-Δεν είναι τίποτα τους φωνάζει μ'όση δύναμη του απομένει και ξανακαβαλικεύει. Με την παλάμη του κρατά την λαβωματιά, μα δεν αντέχει άλλο. Τον πάνε στην
γολέτα Σπαρτιάτης να τον κοιτάξουν οι γιατροί, μα αυτός ξέρει και δυο χοντρά δάκρυα κυλάνε στο σκελετωμένο του πρόσωπο.
Τον κατεβάζουν στ'αμπάρια στρώνουν ένα τσούλι καταγής και τον ξαπλώνουν. Βλέπουν οι γιατροί την πληγή του και δηλώνουν πως δεν έχει γιατρειά στον Κόχραν, που πρώτος έτρεξε να τον ιδεί. Μόλις είδε την κατάσταση του Καραισκάκη καταχαρούμενος παίρνει τον Μαυροκορδάτο που εκείνη την στιγμή αριβάρισε και βγαίνουν στο Πασαλιμάνι, συνάζοντας όλους τους καπεταναίους για να τους αλλάξει το σκέδιο και να φύγουν σύμφωνα με το δικό του σχέδιο. Οι καπεταναίοι σαστίζουν, ο Γενναίος απορεί και του λέει:
-Μα πως τώρα πούχομε τον αρχηγό μας του θανατά εσύ μας φωνάζεις ν'αλλάξουμε τα σχέδια μας;
-E τότε παίρνω τα καράβια μου και φεύγω, εκβιάζει ο Κόχραν, παίρνει τον Μαυροκορδάτο και ανεβαίνει στην φρεγάτα του.
Πριν περάσουν 48 ώρες η επαναστατημένη Ελλάδα θα γνώριζε τη μεγαλύτερη καταστροφή έπειτα απο τόσους αγώνες...
ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Ο Χατζηπέτρος και ο Γρίβας ανεβαίνουν στο καράβι απο μέρους όλων, να δούν για τελευταία φορά τον ετοιμοθάνατο.
-Ελάτε να σας φιλήσω,ωρέ! Γονάτισαν και φιληθήκανε
-Ξέρω τον αίτιο κι αν ζήσω παίρνουμε χάκι(εκδίκηση),ειδέ και πεθάνω ας μου κλάσει τον πούτζο κι'αυτός! τι κέρδισε;
Σαν άκουσαν τον βαρύ τούτο λόγο απο τον αρχηγό τους, γυρεύουν επίμονα να τους πει ποιον υποπτευόταν πως τονε δολοφόνησε.
Μα κείνος σώπασε, γιατί δεν ήθελε εξ'αιτίας του να αιματοκυλιστεί η Ελλάδα πάλι.
"-Μην κλαίτε και μην απελπιζόσαστε, εγώ πήρα κι'άλλες πληγές και ξέρω μόνος μου ποια θάναι η θανατερή . Αν ίσαμε το βράδυ βγω στο αναγκαίο, είμαι καλά, αν δεν έβγω είμαι κακά και πεθαίνω.
Όπως κι αν είναι εγώ πάγω στην Αίγινα, όπου ελπίζω να γιατρευτώ, αν όμως πεθάνω...σας παραγγέλνω σ'εσάς που σταθήκατε οι παντοτινοί σύντροφοί μου, να μένετε μονιασμένοι, γιατί έχετε με πολλούς οχτρούς να παλέψετε.Τίποτες δεν θα πάθετε αν σταθείτε αχώριστοι.Να βάλετε τα δυνατά σας να φυλάξετε τα πόστα σας και να λευτερώσετε την Αθήνα!
Όσο για μένα είτε ζήσω είτε πεθάνω το ίδιο κάνει, εκείνο μόνο που μ'αφήνει λύπη είναι πρώτα τα αδύναμα παιδιά μου-μα έχω όλη την πίστη πως θα τα συντρέξετε- κι έπειτα εσείς που δεν ξέρω αν θα βρείτε το δίκιο σας. Τώρα πάρτε χαρτί και γράψτε: το ντουφέκι μου και τα άτια μου να πάνε στο παιδί μου τον Σπύρο. 6000 γρόσια μου θέλει ο Νοταράς Ιωάννης να πάνε στην οικογένειά μου. 15000 γρόσια έχει ο Μήτρος του Σκυλοδήμου για τον Κασινίκα και λοιπούς, Δαγκλή και άλλους αξιωματικούς. Αυτό ήτανε όλο το βιός μου. Ήθελα νάχω όλο το έθνος εδώ μπροστά μου για να του πω το τι αξίζετε εσείς...μια επιθυμιά ακόμα έχω, αν πεθάνω σας ζητώ να με θάψετε σε μεγάλη εκκλησιά"(όχι σε ερημοκκλήσι και χαθούν τα λείψανά μου)
Σαν άκουσαν τα λόγια του ξέσπασαν σε δυνατά κλάματα όλοι τους!...
...Απόμεινε η Μαριώ δίπλα του, που σύμφωνα με την παράδοση, φώναξε έναν παπά και την πάντρεψε με κάποιο απο τα παλληκάρια του για να μην μείνει έρημη και απροστάτευτη!
Απο κείνη την ώρα βάρυνε και παραμιλούσε, μέχρι τις 3 τα μεσάνυχτα που άρχισε το χαροπάλεμα και στις 4 το πρωί 23 Απριλίου 1827, ανήμερα του Αη -Γιωργιού ξεψύχησε το μέγα τέκνο της Ελλάδας, ο Γεώργιος Καραισκάκης!
ΤΟΝ ΚΛΑΙΕΙ Η ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ
Όταν το θλιβερό μαντάτο έφτασε στη Συνέλευση της Τροιζήνας, ήταν σαν να χτύπησε αστροπελέκι. Ο ήρωας του Μοριά, ξεσπάει σε λυγμούς και μοιρολογάει για ώρες τον ήρωα της Ρούμελης, κλαίγοντας σαν γυναίκα.
-Ωρε Έλληνες ντουφεκάτε 3 φορές στην μνήμη του Καραισκάκη! φωνάζει και οι αγωνιστές του αδειάζουν τα καριοφίλια τους στον αέρα και δάκρυα τρέχουν απο τα μάτια τους!
Οι καπεταναίοι κουβαλάνε στις πλάτες τους ένα άδειο νεκροσέντονο τυλιγμένο με μαύρο πανί και πάνω σ'αυτό ένα στεφάνι απο δάφνη. Πίσω ακολουθούν αρχιερείς, πολιτικοί, πολεμάρχες, αγωνιστές και λαός. Ο Σπυρίδωνας Τρικούπης εκφωνεί τον επιτάφιο λόγο.
Ποιό στέκει το συμπέρασμα; Ο Καραισκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα κι εμπνευστές της σατανικής δολοφονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσόρτς κι ο Μαυροκορδάτος.
Ο μεγάλος ήρωας του '21 ήταν ο Λαός. Τον αγώνα τον πότισε με το αίμα του και το'θρεψε με τις θυσίες του. Έπειτα μονάχα απ'αυτούς έρχουνται οι Κολοκοτρώνηδες και οι Μακρυγιάννηδες, οι Νικηταράδες και οι Παπαφλέσσηδες κι οι Ανδρούτσοι και οι Διάκοι και οι Μπουμπουλίνες και Κανάρηδες οι Μιαούληδες και τόσοι άλλοι! ΚΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΟΥΣ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ, ο μπάσταρδος τούτος ΓΙΟΣ ΤΗΣ ΚΑΛΟΓΡΙΑΣ!
ΤΕΛΟΣ